Ζούσε την τελευταία του ώρα. Στο σταθμό, νύχτα, περίμενε το τρένο, που θα ‘πεφτε μπροστά του να τελειώνει. Άξαφνα, από μια παλιά ξεχασμένη παρόρμηση ανέβηκε στη γραμμή να περπατήσει, όπως άλλοτε, που ήταν ένα αιώνιο παιδί. Τότε, μ’ έκπληξη, είδε τη μικρή πεθαμένη εξαδέλφη να περπατάει στην άλλη γραμμή, απλώνοντας του το χέρι, για να κρατηθούν, πιο στέρεα, πάνω απ’ τ’ όνειρο.
Περπάτησαν ώρα, χαμογελώντας ο ένας στον άλλον, κι όταν πέρασε τυφλό το τρένο, βουίζοντας, τα δυο παιδιά χειροπιασμένα συνέχιζαν να προχωράνε πάνω στις ράγες,ενώ το πτώμα ενός άντρα κείτονταν πιο εκεί.
Τάσος Λειβαδίτης "Tαξίδι", από τη συλλογή Νυχτερινός επισκέπτης (1972)
Περπάτησαν ώρα, χαμογελώντας ο ένας στον άλλον, κι όταν πέρασε τυφλό το τρένο, βουίζοντας, τα δυο παιδιά χειροπιασμένα συνέχιζαν να προχωράνε πάνω στις ράγες,ενώ το πτώμα ενός άντρα κείτονταν πιο εκεί.
Τάσος Λειβαδίτης "Tαξίδι", από τη συλλογή Νυχτερινός επισκέπτης (1972)
1 σχόλιο:
μου άρεσε
παρέα με το θάνατο στο θάνατο,
έψαχνα να σε βρω αυτές τις μέρες.
ευτυχώς μου κοψε και να 'μαι.
καλό βράδυ.
Δημοσίευση σχολίου